ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ



Η επέτειος του Πολυτεχνείου το 1973 είναι επίκαιρη όσο ποτέ. Στα επετειακά αφιερώματα για τη δικτατορία, τουλάχιστον στο λεγόμενο «προοδευτικό» (;) τύπο, κυριαρχούν τρία μοτίβα:
  • Πρώτον, η χούντα ήταν το αποτέλεσμα μηχανισμών της Δεξιάς –και ειδικότερα του παλατιού και του στρατιωτικού μηχανισμού.
  • Δεύτερον, ότι πίσω από τους πραξικοπηματίες ήσαν «οι Αμερικανοί», με την έννοια ότι οι συνταγματάρχες ήσαν ενεργούμενα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
  • Και τρίτον ότι η «δημοκρατική παράταξη», η Ένωση Κέντρου, υπό μία έννοια το προγονικό πολιτικό σχήμα του ΠΑΣΟΚ, πάλευε ενάντια στο παλάτι και τους στρατιωτικούς συνωμότες.

Όλη αυτή η αφήγηση, έχοντας ψήγματα αλήθειας, στην ουσία προσπαθεί να απενοχοποιήσει τις πολιτικές δυνάμεις που ανέκυψαν μετά τη μεταπολίτευση, προβάλλοντας μια βολική περιγραφή των αιτιών που οδήγησαν στη δικτατορία.


Δεν υπάρχει, φυσικά, καμιά αμφιβολία ότι οι ΗΠΑ και οι δυτικοί ιμπεριαλιστές πάντοτε υποστήριζαν (και υποστηρίζουν) δικτατορικά καθεστώτα. Για αρκετά από αυτά βοήθησαν άμεσα στο να επιβληθούν ενώ συνεχίζουν και σήμερα να είναι οι βασικοί τους στυλοβάτες. Το γεγονός αυτό είναι αδιαμφισβήτητο και υπάρχει πλήθος αποδεικτικών στοιχείων -από τη Σαουδική Αραβία και την Υεμένη μέχρι τις προσπάθειες ανατροπής του Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα το 2002.



Επανειλημμένα, λοιπόν, στην πρόσφατη ιστορία οι δυτικοί ιμπεριαλιστές έχουν στηρίξει, και σε πολλές περιπτώσεις έχουν άμεσα οργανώσει, στρατιωτικά πραξικοπήματα που κατέπνιξαν τις λαϊκές ελευθερίες, όταν θεώρησαν ότι διακυβεύονταν τα δικά τους συμφέροντα ή τα συμφέροντα της ντόπιας άρχουσας τάξης που ήταν σύμμαχός τους

Η Ελλάδα της στρατιωτικής δικτατορίας του 1967, είναι ένα ακόμα παράδειγμα στήριξης δικτατοριών από τις ΗΠΑ και τους δυτικοευρωπαίους καπιταλιστές. Την ίδια περίοδο, στην Χιλή το 1973, οι ΗΠΑ βοήθησαν στην αιματηρή ανατροπή του σοσιαλιστή Αλιέντε που έφερε στη εξουσία τον αιματοβαμμένο δικτάτορα Πινοσέτ με τους δεκάδες χιλιάδες των νεκρών και αγνοουμένων.

Ωστόσο, η δικτατορία στην Ελλάδα δεν επιβλήθηκε «από τους αμερικάνους», όπως συνήθως λέγεται από την ρεφορμιστική Αριστερά ή από τους «δημοκράτες» αστούς πολιτικούς. Πρόκειται για δικαιολογία που ουσιαστικά έχει στόχο να «βγάλει από το κάδρο» την ελληνική άρχουσα τάξη. Η δικτατορία στην Ελλάδα επιβλήθηκε από εσωτερικές διεργασίες, από την ίδια την άρχουσα τάξη, για να συντριβεί το εργατικό και λαϊκό κίνημα που είχε γιγαντωθεί τα χρόνια πριν την επιβολή της δικτατορίας.


Η πολιτική κρίση πυροδοτήθηκε τον Ιούλη 1965 με την απόλυση από τον τότε βασιλιά Κωνσταντίνο του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου. Ακολούθησαν διάφορες κυβερνήσεις «αποστατών» της Ένωσης Κέντρου (ΕΚ), η πολιτική κρίση όμως δεν κόπαζε, και μέχρι το απριλιανό πραξικόπημα οι κυβερνήσεις διαδέχονταν η μια την άλλη.

Η πολιτική κρίση ήταν το αποτέλεσμα ενός τεράστιου λαϊκού κινήματος, από τα μεγαλύτερα στην σύγχρονη ελληνική ιστορία και ήταν το αποτέλεσμα της συσσωρευμένης αγανάκτησης. Οι ταξικές αντιθέσεις στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1960 ήσαν εκρηκτικές. Η οικονομία αναπτυσσόταν με ρυθμούς πάνω από 10%. Ωστόσο η οικονομική ανάπτυξη έγινε δυνατή χάρις στο ξεζούμισμα των εργαζομένων. Το μέσο εργατικό εισόδημα κάλυπτε μόλις το 64% των απολύτως αναγκαίων δαπανών συντήρησης μιας οικογένειας. 

Για την αντιμετώπιση του διογκούμενου εργατικού κινήματος η άρχουσα τάξη θεωρούσε κρίσιμης σημασίας τον έλεγχο της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας (όπως ακριβώς και σήμερα). Τη ΓΣΕΕ την έλεγχαν η κλίκα των «εργατοπατέρων», μέσω σωματείων σφραγίδων με την άμεση υποστήριξη του αστυνομικού μηχανισμού. Παρά όμως τους μηχανισμούς καταστολής, η έκρηξη των εργατικών αγώνων έδωσε φτερά στην Αριστερά. Στα 1964 η Αριστερά και το Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα έλεγχε 315 ελεύθερες εργατοϋπαλληλικές οργανώσεις και ήταν επικεφαλής ενός τεράστιου κινήματος για εκδημοκρατισμό των συνδικάτων και για αυξήσεις μισθών.

 

Η δεκαετία του 1960 ήταν επιπλέον η δεκαετία της άνθισης του αγροτικού κινήματος. Εάν το εργατικό εισόδημα ήταν πενιχρό, το μέσο αγροτικό εισόδημα αντιπροσώπευε μόλις το 46% του μέσου εισοδήματος στις πόλεις. Η δεκαετία του 1960 ήταν η δεκαετία της έκρηξης των αγροτικών κινητοποιήσεων.

Το τρίτο ρεύμα που δημιούργησε το ορμητικό ποτάμι του λαϊκού κινήματος ήταν το μαθητικό και φοιτητικό κίνημα. Στα 1961 το 17,7% του πληθυσμού ήσαν αναλφάβητοι, ο μέσος αριθμός μαθητών σε κάθε τάξη ήταν 50-60, ενώ υπήρχαν και δημοτικά που αναλογούσαν 120 μαθητές σ’ ένα δάσκαλο. Το φοιτητικό κίνημα αναπτυσσόταν με ραγδαίους ρυθμούς από το 1962 με αίτημα 15% του προϋπολογισμού για την παιδεία και για δωρεάν εκπαίδευση.


Τα αιτήματα του λαϊκού κινήματος συνδέθηκαν άμεσα με πολιτικές διεκδικήσεις. Το γενικότερο εκδημοκρατισμό της πολιτικής και κοινωνικής ζωής που είχε διαμορφωθεί μετά την ήττα της Αριστεράς στον εμφύλιο πόλεμο -τη νομιμοποίηση της Αριστεράς, την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων, την κατάργηση των παρακρατικών μηχανισμών. Ένα αυξανόμενο κομμάτι του κινήματος ζητούσε ακόμα και την κατάργηση της βασιλείας.

 

Η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτα βίαιη και η ανταπόκριση της ηγεσίας της ΕΔΑ πολύ κάτω από τις προσδοκίες του κινήματος. Στις 21 Ιουλίου 1965 σε ένα από τα μαχητικότερα συλλαλητήρια που είχε καλέσει η ΕΦΕΕ πέφτει νεκρός, από βόμβα δακρυγόνου που τον κτύπησε στο κεφάλι, ο φοιτητής Σωτήρης Πέτρουλας. Στις 20 Αυγούστου 1965 έχουμε στην Αθήνα τη νύχτα των «πύρινων οδοφραγμάτων». Μετά από συγκέντρωση που κάλεσαν η Ομοσπονδία Εργατών Τύπου και η ΕΦΕΕ η Αθήνα μετατράπηκε σε πεδίο μάχης ως τις πρωινές ώρες της επόμενης μέρας. Οι τραυματίες ήταν δεκάδες και τα κρατητήρια της Γενικής Ασφάλειας και των αστυνομικών τμημάτων γεμάτα. Την επομένη η ΕΔΑ θα αποδώσει τα «έκτροπα σε κακότεχνο έργο προβοκατόρων»!

Στις 7 Φλεβάρη 1966 η ΕΔΑ απευθύνει πρόταση πέντε σημείων «για έξοδο από την κρίση». Στο τέταρτο σημείο προτείνει όλα τα κόμματα να συμφωνήσουν ότι δεν «θέτουν πολιτειακό»,ότι δηλαδή δεν ζητούν την κατάργηση της βασιλείας! Λίγο πριν τη δικτατορία του 1967 η ΕΔΑ διακήρυττε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος πραξικοπήματος ενώ η Αυγή κατασχέθηκε από τους πραξικοπηματίες στις 21 Απρίλη με άρθρο «γιατί δεν πρόκειται να γίνει δικτατορία»!!

 
 

Με δεδομένο αυτό το κλήμα στις κυριαρχούμενες τάξεις, η άρχουσα τάξη και οι εκπρόσωποί της ανησυχούσαν βαθιά. Σε απόρρητη έκθεσή του ο απόστρατος πτέραρχος Μητσάκος, τον Οκτώβρη 1966, περιέγραφε την ογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια. Κατά την έκθεση η επιρροή της ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά, το νόμιμο τότε κόμμα της Αριστεράς) πλησίαζε το 35% του εκλογικού σώματος (ανεξάρτητα του τελικού εκλογικού της αποτελέσματος), ενώ η δημοτικότητα της βασιλείας στη χώρα βρισκόταν σε ελεύθερη πτώση. Η έκθεση προέβλεπε σαν αναπόφευκτη την άνετη νίκη της Ένωσης Κέντρου (ΕΚ) που σε συνδυασμό με την εκλογική άνοδο της ΕΔΑ θα διόγκωνε τις λαϊκές διεκδικήσεις.

Η άρχουσα τάξη επέλεξε, για να αντιμετωπιστεί το λαϊκό κίνημα, την επιβολή δικτατορίας. Οι μηχανισμοί του στρατού για την επιβολή στρατιωτικού πραξικοπήματος βρίσκονταν σε πλήρη ανάπτυξη. Ο στρατηγός Σπαντιδάκης, αρχηγός του Στρατού (ΓΕΣ), μαζί με ένδεκα αντιστράτηγους είχαν καταστρώσει σχέδιο, με την σύμφωνη γνώμη του τότε βασιλιά Κωνσταντίνου, που προέβλεπε ότι ο στρατός θα κατελάμβανε την εξουσία, θα διόριζε πρωθυπουργό τον βασιλικό Πιπινέλη και θα διέλυε την Βουλή. Τον Νοέμβριο 1966 ο Σπαντιδάκης ενημέρωνε τους αμερικανούς ότι το σχέδιο κατάληψης της εξουσίας ονομάστηκε «Ιέραξ ΙΙ» και αποτελούσε παραλλαγή του νατοϊκού σχεδίου έκτακτης ανάγκης «Προμηθέας». 

 

Επιπλέον ο Σπαντιδάκης είχε ενεργοποιήσει τα περιβόητα Τάγματα Εθνικής Ασφάλειας και είχε αντικαταστήσει αξιωματικούς του στρατού με αξιωματικούς που έχαιραν της εμπιστοσύνης της ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις, της τότε σκληρής Δεξιάς υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή) και του παλατιού.

Ο στρατός είχε μετατραπεί σε σφηκοφωλιά συνωμοτών, σε πλήρη γνώση και με την ανοχή της άρχουσας τάξης. Τον Οκτώβρη του 1966, έκθεση της CIA, ενημέρωνε ότι η ομάδα «των δεξιών συνταγματαρχών», δηλαδή του Γεωργίου Παπαδόπουλου, ήταν σε πλήρη ετοιμότητα και διοργάνωνε το δικό της πραξικόπημα. Τον Δεκέμβρη 1966, η CIA ανέφερε ότι η ομάδα είχε σχηματίσει ήδη «Επαναστατικό Συμβούλιο» για την επιβολή δικτατορίας.

Ωστόσο η αμερικανική πλευρά είχε ενδοιασμούς για την επιβολή δικτατορίας, φοβούμενη ότι μια δικτατορία δεν θα μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση, αλλά αντίθετα η χώρα θα βυθιζόταν σε πολιτική αστάθεια. Για την αμερικανική πλευρά αυτό και μόνο δημιουργούσε ενδοιασμούς και όχι η ίδια η επιβουλή δικτατορίας. Οι ΗΠΑ είχαν τότε μεγάλα προβλήματα με τη συνέχιση του πολέμου στο Βιετνάμ, ενώ η Μέση Ανατολή έβραζε και ήταν σίγουρο ότι θα ξεσπούσε αραβοϊσραηλινός πόλεμος.

 

Αυτό που τους προβλημάτιζε ήταν να μην προσθέσουν και άλλο ένα πρόβλημα σε αυτά που ήδη αντιμετώπιζαν. Ο αμερικανός πρεσβευτής Τάλμποτ έγραφε ότι:

«Η αστάθεια που εκδηλώθηκε μετά τις 15 Ιουλίου 1965 έχει πλέον χειροτερεύσει σε σημείο που να υπάρχει κίνδυνος πρώτης τάξεως χάους. Η χώρα οδηγείται σε μια άγρια επιλογή ανάμεσα στην δικτατορία και τις επιθέσεις [...] εναντίον της μοναρχίας και των συμμαχιών της Ελλάδας με ξένες δυνάμεις».

Αντί της ανοιχτής δικτατορίας, οι ΗΠΑ πρότειναν ένα σχέδιο επηρεασμού των επερχόμενων εκλογών με ποσό 100.000 δολαρίων, ώστε να ενισχυθούν οι δεξιοί υποψήφιοι.
Όμως η ελληνική άρχουσα τάξη ήταν αποφασισμένη. Ο σύμβουλος του βασιλιά Δημήτρης Μπίτσιος πίεζε για την επιβολή δικτατορίας «πριν να είναι πλέον αργά». 

Δεν ήσαν μόνο οι βασιλικοί ή οι ακροδεξιοί που επιζητούσαν την επιβολή δικτατορίας. Ολόκληρο το αστικό πολιτικό φάσμα κατευθυνόταν προς την επιβουλή δικτατορίας

Στις 3 Απρίλη 1967, ο βασιλιάς ανέθεσε το σχηματισμό κυβέρνησης στον Κανελλόπουλο αρχηγό της ΕΡΕ με δικαίωμα να διαλύσει τη βουλή και να προκηρύξει εκλογές (για τις 28 Μάη). 
Ο Κανελλόπουλος δήλωνε τόσο στο βασιλιά όσο και στους αμερικανούς συνομιλητές του πως αν διαφαινόταν νίκη της ΕΚ και της Αριστεράς στις εκλογές, εκείνος ως πρωθυπουργός θα τις ανέβαλλε επ’ αόριστον και θα ήταν διατεθειμένος να καταστεί «ντε φάκτο δικτάτορας».


 

Σε αυτό το ζοφερό κλίμα, ο αρχηγός του ΓΕΣ Σπαντιδάκης κάλεσε σε σύσκεψη έξη αντιστράτηγους με σκοπό την επιβολή του σχεδίου «Ιέραξ ΙΙ» στις 20 Απρίλη. Τελικά ανέβαλαν την επιχείρηση και αποφασίστηκε την τελική απόφαση να την πάρουν στις 24 Απρίλη. Η ομάδα Παπαδόπουλου ενημερώθηκε αμέσως για τη σύσκεψη των στρατηγών, και αποφάσισε να τους… προλάβει θέτοντας σε εφαρμογή το σχέδιο «Ιέραξ ΙΙ συν 20%» όπως αποκαλούσαν το δικό τους σχέδιο πραξικοπήματος.

Το πρωί της 21ης Απρίλη οι συνταγματάρχες έθεσαν τη χώρα κάτω από στρατιωτικό νόμο. Ανεστάλησαν όλα τα άρθρα του συντάγματος που «κατοχύρωναν» τα ανθρώπινα δικαιώματα, δημιουργήθηκαν ειδικά στρατοδικεία, διαλύθηκαν τα πολιτικά κόμματα και καταργήθηκε το δικαίωμα της απεργίας. Δεκάδες χιλιάδες αριστεροί εξορίστηκαν στα νησιά. Οι συνταγματάρχες επέβαλαν ένα καθεστώς τρόμου, χιλιάδες αγωνιστές βασανίστηκαν στα κολαστήρια της Ασφάλειας και της ΕΣΑ (Ελληνική Στρατιωτική Αστυνομία).

 

Ακριβώς επειδή η επιβολή δικτατορίας ήταν το αποτέλεσμα των επιλογών όλων των αστικών δυνάμεων, γι’ αυτό το λόγο το καθεστώς της 21ης Απριλίου δεν αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα για να σταθεροποιηθεί, ούτε εσωτερικά ούτε στις διεθνείς του σχέσεις. Το καθεστώς δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα στις σχέσεις του με τους «δυτικούς συμμάχους». 

Παρά την καταδίκη στο Συμβούλιο της Ευρώπης, για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,τόσο το ΝΑΤΟ όσο και η τότε ΕΟΚ, διατήρησαν αδιατάρακτες τις σχέσεις τους με το καθεστώς. Η ΕΟΚ συνέχιζε την εφαρμογή της συμφωνίας ένταξης της Ελλάδας σε αυτήν (παρά το υποτιθέμενο «πάγωμά» της) ενώ νομιμοποίησε ουσιαστικά το καθεστώς αρχίζοντας διαπραγματεύσεις για την εναρμόνιση της ελληνικής αγροτικής πολιτικής με εκείνης της Κοινότητας. Οι ΗΠΑ έδειχναν την εκτίμηση τους για το καθεστώς στέλνοντας το 1971 στη Ελλάδα τον τότε αντιπρόεδρο Σπύρου Άγκνιου για επίσημη επίσκεψη.

Η οικονομική πολιτική της δικτατορίας είχε μια και μοναδική επιδίωξη: την πλήρη ασυδοσία του κεφαλαίου. Οι έλληνες εφοπλιστές ήταν τόσο ευγνώμονες για τις διευκολύνσεις που τους παρείχε το καθεστώς, ώστε τον Μάρτη 1972 εξέλεξαν τον Παπαδόπουλο ισόβιο πρόεδρο της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών! Η οικονομική ανάπτυξη ήταν σε βάρος του εργατικού εισοδήματος. Κατά την περίοδο 1967-1973 τα κέρδη στην βιομηχανία αυξήθηκαν κατά 80%, ενώ οι μισθοί κατά 46%

 

Η απαγόρευση συνδικαλιστικής δράσης εντατικοποίησε την εργασία, χωρίς τη δυνατότητα αντίδρασης από μέρους των εργαζομένων, αφήνοντας ασύδοτους τους καπιταλιστές. Δεν είναι καθόλου τυχαία η αύξηση της μετανάστευσης τα χρόνια της χούντας: το 1968 έφυγαν περίπου 51.000, το 1969 91.500, το 1970 93.000.

Η οικονομική κρίση του 1973 είχε σαν αποτέλεσμα να βγουν στην επιφάνεια όλα τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Ο πληθωρισμός το 1974 εκτινάχθηκε στο 30%. Η παραγωγικότητα της εργασίας έπεσε κατά –5,1% και οι πραγματικοί μισθοί κατά –6%. Δεν είναι τυχαίο ότι το καθεστώς μπήκε στην φάση της τελικής του κρίσης από το 1973.

Το 1973 το καθεστώς προσπάθησε να νομιμοποιηθεί, επιβάλλοντας ένα Σύνταγμα «προεδρικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας», με 8ετή (!) προεδρική θητεία. Ο πολιτικός Σπύρος Μαρκεζίνης, με την έμμεση και άμεση υποστήριξη πολλών παλιών πολιτικών, ανέλαβε την πρωθυπουργία, με στόχο μια «ελεγχόμενη δημοκρατία», στην οποία η πραγματική εξουσία θα ήταν στα χέρια του Παπαδόπουλου και του στρατού.

 

Ωστόσο η χούντα τελικά κατέρρευσε ακριβώς από τη δράση του μαζικού κινήματος και μόνο, ανατρέποντας τα σχέδια αστών και ρεφορμιστών για ελεγχόμενες διαδικασίες. Από το 1972, πολύ περισσότερο από το 1973, το εργατικό κίνημα έκανε όλο και περισσότερο αισθητή την παρουσία του. 

Απεργίες ξέσπασαν στα τρόλεϊ, στη ΔΕΗ, στους τυπογράφους, στους αλλιεργάτες της Καβάλας. Οι οικοδόμοι και οι τραπεζοϋπάλληλοι ήσαν σε αναβρασμό. Το 1973 είχαμε αγροτικές κινητοποιήσεις στη Λάρισα, στα Μέγαρα, στα Σπάτα, στο Μενίδι.

Το φοιτητικό κίνημα έπαιξε το ρόλο του καταλύτη στο φούντωμα του κινήματος. Τον Φλεβάρη 1973 έγινε η πρώτη κατάληψη της Νομικής και τον Μάρτη η δεύτερη. Παρά την άγρια καταστολή, το κίνημα γιγαντώθηκε και κορυφώθηκε τον Νοέμβρη με την κατάληψη του Πολυτεχνείου. 

Η συμμετοχή δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, με συνθήματα όπως «Ο λαός πεινάει – το κεφάλαιο μασάει», «Κάτω το Κεφάλαιο», αλλά και η προοπτική γενικής απεργίας, δείχνουν το βάθος της λαϊκής εξέγερσης.

 

Το καθεστώς είχε πλέον μπει σε αμετάκλητη πορεία κατάρρευσης. Στις 25 Νοέμβρη 1973 ο Παπαδόπουλος ανατράπηκε από «εσωτερικό» πραξικόπημα, οργανωμένο από τον διοικητή της ΕΣΑ, τον περιβόητο βασανιστή Δημήτριο Ιωαννίδη. Η νέα χούντα προσπάθησε να κάνει αντιπερισπασμό από τα εσωτερικά προβλήματα, ανατρέποντας τον Μακάριο το 1974 στην Κύπρο. Η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο έδειξε τη γύμνια του καθεστώτος. Η προσπάθεια του για επιστράτευση κατέρρευσε, όταν χιλιάδες νεολαίοι αρνήθηκαν να παρουσιαστούν, ενώ στους στρατώνες επικρατούσε μεγάλος αναβρασμός. Στο τέλος οι στρατοκράτες κάλεσαν τον Καραμανλή να σώσει το αστικό καθεστώς από μια τεράστια πολιτική κρίση.

Ωστόσο, ακριβώς επειδή η χούντα είχε ανατραπεί από το μαζικό κίνημα, η μεταπολίτευση δεν ήταν ομαλή για την άρχουσα τάξη. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης το εργατικό και νεολαΐστικο κίνημα αναπτύχθηκε εκρηκτικά. Με διαδηλώσεις, καταλήψεις εργοστασίων και σχολών, το κίνημα πέτυχε κατακτήσεις για τις οποίες πάλευε δεκαετίες. Χτίστηκαν και μαζικοποιήθηκαν τα συνδικάτα, κερδήθηκαν ελευθερίες και δικαιώματα στους χώρους δουλειάς, δόθηκαν αυξήσεις μισθών και έγιναν υποχωρήσεις στα ωράρια, στο ασφαλιστικό, στις συνθήκες εργασίας.

 

Το δίδαγμα της εποχής της χούντας και της πτώσης της, είναι ξεκάθαρο: μόνο όταν το μαζικό κίνημα επιμένει στα ταξικά του αιτήματα και τα παλεύει μαχητικά, κερδίζει, ανατρέποντας τα σχέδια των καπιταλιστών και των πολιτικών τους εκπροσώπων.

Σήμερα τα ανησυχητικά κρούσματα βίας πριμοδοτούνται από το Μαύρο Μέτωπο της συγκυβέρνησης του Μνημονίου, από «μεγάλα» τηλεοπτικά κανάλια, φυλλάδες και εταιρίες δημοσκοπήσεων, από την πολιτική της φτώχειας, της ανεργίας, της αστυνομοκρατίας. 
Το σύστημα και οι μηχανισμοί του κατασκευάζουν τους νέους Χίτλερ, πατώντας πάνω στην ανασφάλεια του κόσμου, για να μην απειληθεί ποτέ η κυριαρχία αυτών που μας εξαθλιώνουν. 

Θέλουν να στρέψουν την οργή των εργαζομένων και των ανέργων μακριά από τους συλλογικούς αγώνες για μια κοινωνία ισότητας και ελευθερίας. Θέλουν τους εργαζόμενους δούλους των αφεντικών, ψηφοφόρους «μετριοπαθών» ή φασιστών απατεώνων, φοβισμένους ιδιώτες που θα εκλιπαρούν τους «ισχυρούς ηγέτες» να αποφασίζουν για τη ζωή τους. Εμφανίζουν τους μετανάστες ως πηγή κάθε κακού, ξεχνώντας να μας πουν ότι οι κυβερνήσεις της Δύσης καταστρέφουν τις χώρες τους και τους στέλνουν εδώ για να τους εκμεταλλεύονται οι εργοδότες.

 

Ταυτόχρονα, σε μια κοινωνία με τσαλαπατημένη κάθε έννοια δημοκρατίας και διαλυμένο τον κοινωνικό ιστό, μεγαλώνει η εγκληματικότητα και η τυφλή κοινωνική βία. Οι έλληνες και ξένοι γκαουλάιτερ –που φυλάσσονται από χιλιάδες αστυνομικούς– ανοίγουν τις πύλες της κολάσεως: θέλουν να μετατρέψουν τον λαό σε φασιστικό όχλο, ενθαρρύνουν την οπλοχρησία, στήνουν στρατόπεδα συγκέντρωσης. 

Οι προσκυνημένοι οπαδοί του Ράιχενμπαχ και του PSI, τα φερέφωνα των εφοπλιστών και των μεγαλοεργολάβων –όποια μάσκα κι αν φορούν– συμπεριφέρονται σαν Τάγματα Ασφαλείας, στην υπηρεσία της καπιταλιστικής κατοχής.

- Δεν ανήκουμε στην ίδια πατρίδα με τον Μπόμπολα, τον Λάτση, τον Κόκκαλη, τους τραπεζίτες και τους πολιτικούς-τσιράκια τους. Πατρίδα όλων αυτών είναι τα κέρδη τους.

- Απλώνουμε το χέρι στους κολασμένους της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, τους εργάτες, τους ανέργους, τους νέους, έλληνες και μετανάστες. 

Απαιτούμε από τους εργαζόμενους της Δύσης να κάνουν το ίδιο για τους έλληνες που μεταναστεύουν για να βρουν μια καλύτερη ζωή. Δεν είναι οι έλληνες μετανάστες «τεμπέληδες», όπως δεν είναι και οι μετανάστες στην Ελλάδα «εγκληματίες» και «μιάσματα».

 

Μιάσματα είναι οι καπιταλιστές και οι τραπεζίτες που κλέβουν τον πλούτο που εμείς οι εργαζόμενοι παράγουμε, τραμπούκοι είναι οι πολιτικοί και τα κόμματα που μας καταδικάζουν σε μισθούς Κίνας και στρατολογούν φασιστικές συμμορίες-μπράβους στην υπηρεσία τους. Σε αυτό το πλαίσιο, η εμφάνιση φασιστικών πολιτοφυλακών στις υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας εντασσόταν στη λογική «ανάπλασης» τους από τις εταιρίες real estate.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...